(Και) Σαντζάκι το Προτεκτοράτο;

«Επικαιροποίηση» (συνθηκών) σημαίνει: εμείς (οι Τούρκοι) δυναμώσαμε, εσείς (οι Έλληνες) αδυνατήσατε, πρέπει να ξαναδούμε (να αναθεωρήσουμε) ορισμένα πράγματα (που εμείς, οι ισχυρότεροι, προκρίνουμε)…

Δεδομένου ότι το Διεθνές Δίκαιο εν τέλει επικυρώνει τα «δίκαια» των ισχυρότερων, ή αλλιώς απλώς δεν ισχύει (ούτε καν υπάρχει), την έχουμε άσχημα.



Έως χθες, γύρω στις 3.00 μ.μ., όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές (με την εξέλιξη της επίσκεψης Ερντογάν άδηλη ακόμα) μόνον ένα πλήθος ερωτημάτων που αφορούσαν σε αυτό το γεγονός θα μπορούσε να διακρίνει κανείς – τα περισσότερα εκ των οποίων άνευ απάντησης.

Εν πρώτοις: ποιος κάλεσε τον Ερντογάν; Αν κάτι τέτοιο ήταν πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης, οι άνθρωποι είναι ανεκδιήγητοι. Απόδειξη: ο Ερντογάν πριν καν αφιχθεί έθεσε στο τραπέζι (του διπλωματικού πολέμου) όχι μόνον την ατζέντα, αλλά την εθνική στρατηγική της Τουρκίας (κι εν πολλοίς την υψηλή στρατηγική της χώρας) για τις διμερείς (με την Ελλάδα) και πολυμερείς (συν την Κύπρο) σχέσεις. Η Συνθήκη της Λωζάννης, η μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη, η στρατιωτική κατάσταση στο Αιγαίο, το Κυπριακό, το προσφυγικό, η έκδοση των Τούρκων φυγάδων, ήταν η τουρκική φαρέτρα.

Αν η ελληνική πλευρά είχε υπολογίσει ότι η Τουρκία δεν θα έθετε αυτά τα θέματα, επειδή σε αυτήν τη συγκυρία είναι «στριμωγμένη», κοιμάται ύπνο βαθύ και ηλίθιο. Δηλαδή επικίνδυνο.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κύριος Προκόπης Παυλόπουλος, ήταν, κατόπιν τούτων, υποχρεωμένος να θέσει και να υπερασπισθεί τις ελληνικές θέσεις για τα εθνικά συμφέροντα με σθένος ισχυρότερο του αναμενομένου (πράγμα που προκάλεσε τη δυσφορία της τουρκικής πλευράς, καθώς η τελευταία άφηνε να διαρρέει).

Προσέτι η στάση του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας ήταν εκκωφαντική (στα αυτιά της Τουρκίας) διότι και κατά τον τόνο και κατά το περιεχόμενο υπερέβη κατά πολύ τους συνήθεις τόνους της πολιτικής κατευνασμού που ακολουθεί η Ελλάδα έναντι της Τουρκίας. Σε τέτοια ύδατα, πιο συνηθισμένα για την Τουρκία, βρέθηκε ο Ερντογάν όταν αργότερα συναντήθηκε με τον Τσίπρα.

Ο οποίος όμως αργότερα, στις κοινές δηλώσεις, ακολούθησε κι αυτός το «πνεύμα» Παυλόπουλου στα λεγόμενά του. Οπότε το ερώτημα «για ποιον λόγο η επίσκεψη Ερντογάν» προβάλλει πάλι εδραίο.

Αν λοιπόν η ελληνική πλευρά κάλεσε τον  Ερντογάν στην Αθήνα (και συνεπώς στη Θράκη) τον κάλεσε απαρασκεύαστη, άνευ (φανερού) λόγου και αιτίας, δίνοντας για μιαν ακόμα φορά στην Τουρκία τη δυνατότητα να θέσει (και μάλιστα να προβάλει) τις θέσεις της. Επισήμως. Urbi et orbi!

Τα δε λοιπά περί ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας και ελληνικής διαμεσολάβησης ως προς αυτό, μπουρδίτσες. Ο Σουλτάνος έχει φροντίσει να γίνει κατανοητό (και στους Ευρωπαίους) ότι η σχέση Ένωσης - Τουρκίας είναι επίσης ένα θέμα συσχετισμών ισχύος. Και η τουρκική ισχύς εν σχέσει με την Ένωση χτίζεται ποικιλοτρόπως (προκαλώντας ταυτοχρόνως και αντίρροπες τάσεις).